Saturday, September 1, 2012

30 years since Mexico’s default, lessons for Greece (Greek Translation)

Nick Dearden: Thirty years from Mexico's debt default, Greece must break the sadistic debt spiral. As Greece’s leaders pay down the latest multi-billion euro instalment on their debt, they would do well to take notice that today is the anniversary of an event of great resonance.

On 20 August 1982, Mexico declared a debt moratorium - effectively defaulting on its massive debts. Although debts in many Latin American countries had caused suffering for a number of years, this was the moment the leaders of the West were forced to confront what came to be called the ‘Third World Debt Crisis’.

Mexico owed over $50 billion, 90% to foreign private creditors - primarily US, Japanese and British banks. These banks had gone on a lending binge during the 1970s using the profits oil exporting countries had deposited with them from the oil spike. American overspending, notably on the Vietnam War, was recycled as debt to the rest of the world and, to help this, controls on international movements of money were
dismantled.

Just as in our current financial crisis, bank loans to Third World countries had tended to be organised through syndicates: loans were packaged up together and then lent on in one go. This bundling meant many banks felt no need to conduct their own risk assessment. Four of the fifteen largest lenders to Latin America by 1982 were British banks: Lloyds, Midland, Barclays, and Natwest. American lenders included Citicorp, Bank of America, and Chase Manhattan.

At the end of the 1970s the US Federal Reserve sprung the trap, massively hiking interest rates in order to save their banks from inflation. The costs for this move were pushed onto Third World countries like Mexico. Two years later, the inevitable happened.

Now US and British banks faced a crisis. If loans from Mexico and other Latin American countries were not paid, they could go bankrupt. The banks stopped lending to Latin America, pushing more countries closer to default, and lobbied the US government to get them out of their mess. The US responded by getting the International Monetary Fund, and later the World Bank, to provide bailout loans to Latin American governments.

In 1982 the IMF lent Mexico $4 billion, which went straight back out of the country to pay western banks - a perfect mirror of what is happening with so-called bail-outs to Greece and other Eurozone countries today. At the same time, the IMF insisted Mexico introduce radical austerity and liberalisation. There were cuts in every area of government spending.

The economy collapsed and stagnated, many industries shut down, with the loss of at least 800,000 workers altogether. By 1989, the Mexican economy was still 11% smaller than 1981. Meanwhile, the debt doubled from 30% of GDP in 1982 to 60% by 1987.

The same story was repeated across Latin America. In 1990 Latin American economies were on average 8% smaller than they had been in 1980, and the number of people living in poverty increased from 144 million to 211 million. Former Colombian Finance Minister Jose Antonio Ocampo calls the bail-out responses "an excellent way to deal with the US banking crisis, and an awful way to deal with the Latin American debt crisis".

Meanwhile, government external debt more than doubled (from an average of 17% in 1982 to 44% by 1988). Just as in Greece today, the bailouts had nothing to do with long-term sustainable finances - they were bailing out reckless lenders who had over-stretched themselves.

In fact, the banks gradually wrote-down the ‘book value’ of how much they regarded the debts to be worth, even while they were being repaid. They were allowed to set these theoretical losses off against profit for tax reasons, greatly reducing the tax bill of US and British banks. In 1987 alone, Barclays, Midland, Lloyds and Natwest received a tax relief subsidy of up to $1.75bn across the four banks. Then campaign organiser for War on Want John Denham accused the Thatcher government of "joining in the banks' attempts to have the burden of repayment pushed onto taxpayers."

The policies of bailout and austerity went on to be practiced across the world in the years that followed the Latin American catastrophe. That experience forced dozens of countries through two lost decades of development and enthroned the financiers as the new masters of the universe.

Today Greece, as well as other European countries, can share in the experience of Latin America from the 1980s. Then as now, bailout money was used to repay reckless banks, whilst austerity has served only to shrink economies and increase the relative size of the debt. Since 2010 the Greek government’s external debt has increased from 118% of GDP to 150% in 2012. The economy has shrunk by 15% since the start of 2010 and unemployment has reached 19%.

To repeat such failed policies is more than carelessness. The future of Europe’s economy, indeed the world economy, will be decided by a battle between the financial masters on the one side, and the peoples of the most indebted states in Europe on the other - Greece first. We either retake control of our economy from the banks, or we deepen an economic experiment which has had an incalculable cost in terms of the lives and livelihoods of millions of people.
This article first appeared on the New Statesman

Source 


Tριάντα χρόνια από τη χρεοκοπία του Μεξικού, η Ελλάδα πρέπει να σπάσει αυτό το σαδιστικό σπιράλ του χρέους

Την ώρα που οι ηγέτες της Ελλάδας πληρώνουν την τελευταία δόση πολλών δισεκατομμυρίων για το χρέος τους, καλό θα ήταν να σημειώσουν την επέτειο ενός γεγονότος εξαιρετικής σημασίας και απήχησης...

Στις 20 Αυγούστου 1982, το Μεξικό κήρυξε στάση πληρωμών - κηρύσσοντας έτσι χρεοκοπία επί των τεράστιων χρεών του. Παρά το γεγονός πως τα χρέη σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής είχαν προκαλέσει βάσανα για αρκετά χρόνια, εκείνη ήταν η στιγμή που οι ηγέτες της Δύσης πιέστηκαν να αντιμετωπίσουν αυτό που μετά ονομάστηκε "Τρίτη Παγκόσμια Κρίση Χρέους".

Το Μεξικό χρωστούσε περισσότερο από 50 δισ. δολάρια, 90% των οποίων σε ξένους ιδιώτες δανειστές - κυρίως από τις τράπεζες των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας και της Βρετανίας. Αυτές οι τράπεζες προσέφεραν απεριόριστα δάνεια τη δεκαετία του 1970 χρησιμοποιώντας τα κέρδη που είχαν καταθέσει σε αυτές οι πετρελαιοπαραγωγοί χώρες από την έκρηξη των τιμών. Η αμερικανική υπερκατανάλωση, ιδιαίτερα στον Πόλεμο του Βιετνάμ, ανακυκλώθηκε υπό μορφήν χρέους προς τον υπόλοιπο κόσμο και για να επιτευχθεί αυτό διαλύθηκαν και οι έλεγχοι στις διεθνείς μετακινήσεις χρημάτων.

Ακριβώς όπως η κρίση που διανύουμε τώρα, τα τραπεζικά δάνεια σε χώρες του Τρίτου Κόσμου έτειναν να οργανώνονται μέσω κοινοπραξιών, δηλαδή τα έκαναν ένα πακέτο και μετά τα δάνειζαν ως ένα. Αυτή η ομαδοποίηση σήμαινε πως πολλές τράπεζες δεν ένιωθαν πως χρειάζεται να προχωρήσουν σε δικές τους εκτιμήσεις κινδύνου. Τέσσερις εκ των 15 μεγαλύτερων δανειστών της Λατινικής Αμερικής μέχρι το 1982, ήταν οι εξής βρετανικές τράπεζες: Lloyds, Midland, Barclays και η Natwest. Στους Αμερικάνους δανειστές συμπεριλαμβάνονταν οι Citicorp, Bank of America και η Chase Manhattan.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ έστησε την παγίδα, προχωρώντας σε μια δραματική αύξηση των επιτοκίων, με σκοπό να σώσει τις τράπεζές της από τον πληθωρισμό. Τα κόστη αυτής της κίνησης τα μετέφεραν στις χώρες του Τρίτου Κόσμου όπως το Μεξικό. Δύο χρόνια αργότερα, το μοιραίο συνέβη.

Τώρα οι αμερικανικές και οι βρετανικές τράπεζες αντιμετώπισαν μια κρίση. Αν τα δάνεια από το Μεξικό και από τις άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής δεν είχαν πληρωθεί, θα μπορούσαν να έχουν πτωχεύσει. Οι τράπεζες σταμάτησαν να δανείζουν τη Λατινική Αμερική, οδηγώντας τις περισσότερες χώρες κοντά στη χρεοκοπία και χειραγώγησαν τις ΗΠΑ για να τις καθαρίσουν από το πρόβλημά τους. Οι ΗΠΑ ανταποκρίθηκαν, βάζοντας το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και αργότερα την Παγκόσμια Τράπεζα να προσφέρουν πακέτα διάσωσης στις κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής.

Το 1982 το ΔΝΤ δάνεισε στο Μεξικό 4 δισ. δολάρια, τα οποία έφυγαν άμεσα από τη χώρα για να πληρώσουν τις τράπεζες της Δύσης - πρόκειται για μια τέλεια απεικόνιση αυτού που συμβαίνει σήμερα με τα λεγόμενα πακέτα διάσωσης στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης σήμερα. Την ίδια ώρα, το ΔΝΤ επέμενε να επιβάλει στο Μεξικό ριζοσπαστική λιτότητα και φιλελευθεροποίηση. Υπήρξαν περικοπές σε κάθε τομέα κυβερνητικής δαπάνης.

Η οικονομία κατέρρευσε και τελμάτωσε, πολλές βιομηχανίες έκλεισαν και χάθηκαν τουλάχιστον 800.000 θέσεις εργασίας στο σύνολο. Μέχρι το 1989, η μεξικανική οικονομία παρέμενε 11% μικρότερη από το 1981. Ωστόσο, το χρέος διπλασιάστηκε από το 30% του ΑΕΠ το 1982 στο 60% μέχρι το 1987.

Η ίδια ιστορία επαναλαμβανόταν ανά τη Λατινική Αμερική. Το 1990 οι οικονομίες της Λατινικής Αμερικής ήταν κατά μέσο όρο 8% μικρότερες από ό,τι ήταν το 1980 και ο αριθμός των ανθρώπων που ζούσαν σε συνθήκες φτώχειας αυξήθηκε από τα 144 εκατ. στα 211 εκατ. Ο Κολομβιανός πρώην υπουργός Οικονομικών Χοσέ Αντόνιο Οκάμπο αποκαλεί τα πακέτα διάσωσης "έναν άριστο τρόπο επίλυσης της αμερικανικής τραπεζικής κρίσης και έναν απαίσιο τρόπο επίλυσης της λατινοαμερικάνικης κρίσης χρέους".

Στο μεταξύ, το εξωτερικό χρέος υπερδιπλασιάστηκε (από έναν μέσο όρο 17% το 1982 στο 44% μέχρι το 1988). Όπως συμβαίνει και στην Ελλάδα σήμερα, τα πακέτα διάσωσης δεν είχαν καμία σχέση με τα μακροπρόθεσμα βιώσιμα οικονομικά - διέσωζαν μόνο τους απερίσκεπτους δανειστές που το είχαν παρακάνει.

Στην πραγματικότητα, οι τράπεζες σταδιακά μείωσαν τη "λογιστική αξία" τού πόσο θεωρούσαν πως κόστιζαν τα χρέη, ακόμη και όταν αυτά αποπληρώνονταν. Τους επετράπη να περάσουν αυτές τις θεωρητικές απώλειες ως συμψηφισμό κερδών για φορολογικούς λόγους, μειώνοντας σημαντικά το σύνολο των φόρων που καλούνταν να πληρώσουν οι βρετανικές και οι αμερικανικές τράπεζες. Μόνο το 1987, η Barclays, η Midland, η Lloyds και η Natwest έλαβαν φοροαπαλλαγές σε μορφή επιδόματος ύψους 1,75 δισ. δολ. Στη συνέχεια, ο επικεφαλής της καμπάνιας "Πόλεμος στις Ανάγκες" κατηγόρησε την κυβέρνηση Θάτσερ πως "συντάχθηκε με τις τράπεζες, μεταθέτοντας το βάρος της αποπληρωμής στους φορολογούμενους".

Οι πολιτικές διάσωσης και λιτότητας συνέχισαν να ακολουθούνται ανά τον κόσμο τα χρόνια που ακολούθησαν τη λατινοαμερικάνικη καταστροφή. Η εμπειρία αυτή οδήγησε δεκάδες χώρες σε δύο χαμένες δεκαετίες ανάπτυξης και ενθρόνισαν τους χρηματιστές νέους ως τους νέους αφέντες του σύμπαντος.

Σήμερα, η Ελλάδα όπως και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, μπορούν να μάθουν από την εμπειρία της Λατινικής Αμερικής από τη δεκαετία του 1980. Τότε, όπως τώρα, τα χρήματα της διάσωσης χρησιμοποιούνταν για να αποπληρώσουν... απερίσκεπτες τράπεζες, ενώ η λιτότητα εξυπηρέτησε μόνο τη συρρίκνωση των οικονομιών και αύξησε το σχετικό μέγεθος του χρέους. Από το 2010 το δημόσιο χρέος έχει αυξηθεί από το 118% επί του ΑΕΠ στο 150% το 2012. Η οικονομία έχει συρρικνωθεί κατά 15% από την αρχή του 2010 και η ανεργία έχει φτάσει το 19%.

Η επανάληψη τέτοιων αποτυχημένων πολιτικών είναι περισσότερο από απροσεξία. Το μέλλον της οικονομίας της Ευρώπης, και της παγκόσμιας οικονομίας τελικά, θα κριθεί από τη μάχη ανάμεσα στους οικονομικούς αφέντες από τη μία και τους λαούς των υπερχρεωμένων κρατών της Ευρώπης από την άλλη - με πρώτη την Ελλάδα. Είτε θα πάρουμε πίσω τον έλεγχο της οικονομίας μας από τις τράπεζες, είτε θα βαθύνουμε ένα οικονομικό πείραμα το οποίο είχε ανυπολόγιστο κόστος στις ζωές και τις μοίρες εκατομμυρίων ανθρώπων.


Του Νικ Ντίαρντεν


Ο Νικ Ντίαρντεν είναι διευθυντής της Jubilee Debt Campaign
To άρθρο είναι δημοσιευμένο στο New Statesman
(Mετάφραση Αναστασία Γιάμαλη)

No comments:

Post a Comment